Αθήνα
Επί τριάντα πέντε λεπτά παρακολουθούσαμε την απελπισία του γιου απέναντι στην ανημπόρια του ηλικιωμένου πατέρα του. Ο κουστουμαρισμένος γιος χρειάστηκε να σηκώσει τα μανίκια του λευκού πουκαμίσου του για να αλλάξει, τρεις φορές, πάνες στον γηραιό άνδρα που λερωνόταν και λέρωνε τα πάντα: Το λευκό του μπουρνούζι, τον καναπέ, το χαλί, την καρέκλα του γραφείου, την αναπηρική καρέκλα, το κρεβάτι, τα σεντόνια και φυσικά τον εαυτό του. Τρεις φορές χρειάστηκε να καθαρίσει ο γιος τα λερωμένα οπίσθια του πατρός, τα οποία ήταν, προφανώς, σε κοινή θέα... Και όλα αυτά ενώ στο βάθος της σκηνής κυριαρχούσε μία υπερμεγέθης αναπαραγωγή του «Σωτήρα του Κόσμου» του Αντονέλο ντα Μεσίνα (1465). Οι δυο τους αντάλλασσαν ελάχιστες κουβέντες, τις συνήθεις σ΄αυτές τις περιστάσεις: Ο πατέρας, νοιώθοντας τον εξευτελισμό στο πετσί του, ζητούσε συγγνώμη από τον γιο του ενώ ο τελευταίος, άλλοτε καθησύχαζε και κανάκευε τον ταλαιπωρημένο πατέρα του κι άλλοτε νευρίαζε με την επαναληπτικότητα της κατάστασης. Ποιος από μας δεν έχει ζήσει μια παρόμοια κατάσταση, στο σπίτι ή στο νοσοκομείο;
Ολα αυτά αποτελούν τον κορμό της παράστασης του Ρομέο Καστελούτσι «Περί της έννοιας του προσώπου του Υιού του Θεού», που έκανε πρεμιέρα το βράδυ της Τετάρτης (22/6) στο πλαίσιο του Φεστιβάλ Αθηνών. Πρόθεση του σκηνοθέτη ήταν, σύμφωνα με τα λεγόμενά του, να εξετάσει τη σχέση του ανθρώπου με την εικόνα του Θεού, ξεδιπλώνοντας παράλληλα τη σχέση μεταξύ ενός υπέργηρου πατέρα και του γιου του -στις στιγμές του απόλυτου εξευτελισμού τους, προσθέτουμε.
Στα υπόλοιπα 25 λεπτά της παράστασης, μια ομάδα δέκα παιδιών εισήλθε στη σκηνή για να ρίξει βόμβες στον «Υιό του Θεού» ενώ στη συνέχεια, ο υπέργηρος άνδρας, σηκώθηκε από το κρεβάτι του και κατευθύνθηκε πίσω από τη σκηνή για να σκαρφαλώσει στον καμβά, να τον λερώσει και να τον (ξε)σκίσει.
Μετά την, ωριαίας διάρκειας, παράσταση το κοινό που είχε γεμίσει, είναι αλήθεια, τον χώρο Η του Φεστιβάλ, δεν έκρυβε την αμηχανία του γι΄αυτό που είχε μόλις παρακολουθήσει: Αμηχανία, απορία, θυμός, αγανάκτηση, ειρωνεία - κάποιοι, λίγοι, εξέφρασαν ως και θαυμασμό! Το συγκεκριμένο θέαμα έφερε, πάνω απ΄όλα, αντιμέτωπο το κοινό την αμηχανία της ίδιας της τέχνης για τον ρόλο της στη ζωή: Σαν μην μπορεί σήμερα η τέχνη ούτε να ανανεωθεί ούτε να προτείνει, ούτε να συγκινήσει, ούτε να διαμαρτυρηθεί. Δυστυχώς, δε, ούτε καν να προκαλέσει...
Ανάμεσα στους θεατές, τους οποίους υποδεχόταν, όπως πάντα, ο καλλιτεχνικός διευθυντής του Φεστιβάλ Αθηνών Γιώργος Λούκος, διακρίναμε τον Διονύση Φωτόπουλο, τον Γιάννη Χουβαρδά, τον Λευτέρη Βογιατζή, τον Νίκο Καραθάνο, την Ξένια Καλογεροπούλου, την Ράνια Οικονομίδου, την Εφη Θεοδώρου, τον Κωνσταντίνο Αρβανιτάκη...
«Λυπήθηκα τα 25 μου ευρώ», σχολίασε ένας σκηνοθέτης της μεγάλης οθόνης, ενώ ένας συνάδελφός του, της θεατρικής σκηνής, του απάντησε: «Δες το σαν ένα εικοναστάσι που βρίσκεται εκεί κι εσύ περνάς κάθε μέρα κι όποτε επιλέγεις, ανάβεις ένα κερί...». «Δεν μου έφθασε, ήθελα κι άλλο», ακούστηκε από έτερο θεατή. «Χρειάστηκε να φάω ένα ολόκληρο πακέτο καραμέλες για να μπορέσω να ανταπεξέλθω», είπε η διπλανή μου, με την οποία τις μοιραστήκαμε. «Δεν θα ξεχάσω ποτέ αυτές τις εικόνες. Θυμήθηκα τον πατέρα μου στο νοσοκομείο, πριν πεθάνει». «Ουδέν σχόλιον», ήταν η αντίδραση των πιο σοφών από τους θεατές, οι οποίοι προτίμησαν με ένα μειδίαμα να σχολιάσουν αυτό που είδαμε αφήνοντας τους νεώτερους να αναρωτιούνται «τι δεν κατάλαβαν»...
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου